Ελληνική ποντοπόρος ναυτιλία
Η ποντοπόρος ναυτιλία των Ελλήνων έχει αναδειχθεί ως ένας από τους βασικούς πυλώνες της ελληνικής οικονομίας, που υποστηρίζει διαχρονικά την οικονομική ανάπτυξη. Οι ναυτιλιακές δραστηριότητες υπογραμμίζουν την εθνική παρουσία σε όλα τα μήκη και πλάτη της υφηλίου, ενισχύουν τις σχέσεις της Ελλάδας με άλλες ναυτιλιακές χώρες και ενισχύουν την εδαφική και κοινωνική συνοχή της χώρας μας αλλά και της Ε.Ε. στο σύνολό της.
Τα χαρακτηριστικά αυτά σε συνδυασμό με τη γεωφυσική της διαμόρφωση έχουν συμβάλλει στην έντονη δραστηριοποίηση των Ελλήνων στη θάλασσα και στην ανάδειξη του ναυτιλιακού τομέα ως ενός από τους δυναμικότερους της ελληνικής οικονομίας, συνεισφέροντας το 9% στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ).
Η Ελλάδα, παραμένει μέχρι και σήμερα η κορυφαία ναυτιλιακή δύναμη στον κόσμο, ελέγχοντας περίπου το 20% του συνολικού θαλάσσιου εμπορίου στον κόσμο, επιβεβαιώνοντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ότι η ναυτοσύνη είναι στο DNA των Ελλήνων, κρατώντας μια παράδοση αιώνων που χάνεται στα βάθη της ιστορίας.
Οι Έλληνες πλοιοκτήτες κατέχουν πάνω από το 20% της παγκόσμιας χωρητικότητας και πάνω από το 60% της χωρητικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με την τελευταία ετήσια έκθεση της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, οι Έλληνες πλοιοκτήτες ελέγχουν το 30,2% του παγκόσμιου στόλου δεξαμενόπλοιων, το 14,9% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς χημικών και παραγώγων πετρελαίου, το 36.3% του παγκόσμιου στόλου υγραεριοφόρων (LNG/LPG), το 25,2% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς χύδην ξηρού φορτίου, και το 8,6% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων.
Η Ελλάδα περιλαμβάνεται στις πέντε κορυφαίες στον κόσμο ναυτιλιακές χώρες. Οι υπόλοιπες τέσσερις είναι η Ιαπωνία, η Κίνα, η Σιγκαπούρη και το Χονγκ Κονγκ, οι οποίες αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 50% της παγκόσμιας χωρητικότητας. Τα τελευταία χρόνια, η Γερμανία, η Ιαπωνία και η Δημοκρατία της Κορέας έχουν χάσει έδαφος, ενώ η Ελλάδα, η Σιγκαπούρη, η Κίνα και το Χονγκ Κονγκ έχουν αυξήσει το μέγεθος του στόλου τους.
Οι ελληνικές παραγγελίες νεότευκτων πλοίων ανέρχονται σε 384 πλοία, που αντιστοιχούν σε 34 εκατομμύρια dwt. αποδεικνύοντας ότι η ελληνική πλοιοκτησία πρωτοστατεί στην ανανέωση του στόλου της.
Οι Έλληνες πλοιοκτήτες έχουν επενδύσει σε μεγάλο βαθμό σε νέα και ενεργειακά αποδοτικά πλοία, με τη μέση ηλικία του ελληνόκτητου στόλου (13,7 έτη) να είναι χαμηλότερη από τη μέση ηλικία του παγκόσμιου στόλου (18,2 έτη). Το ελληνικό νηολόγιο αριθμεί 598 πλοία (άνω των 1.000 gt), των οποίων η χωρητικότητα ανέρχεται σε 33,41 εκατομμύρια gt.
Ο στόλος υπό ελληνική σημαία κατατάσσεται στην 8η θέση διεθνώς και στη 2η θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο Πειραιάς, ως το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, αποτελεί τον γεωγραφικό πυρήνα της ελληνικής και της ελληνόκτητης ναυτιλίας όπου αναπτύσσονται οι δραστηριότητες των ναυτιλιακών φορέων και των άμεσα συνδεδεμένων κλάδων της οικονομίας. Σε συνδυασμό με το άρτια καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό που υπηρετεί τους τομείς αυτούς, δημιουργείται ένας ενιαίος και ισχυρός μηχανισμός ανάπτυξης οικονομικών συνεργειών που συνθέτει το ελληνικό ναυτιλιακό πλέγμα (maritimecluster).
Στην Ελλάδα λειτουργούν περισσότερες από 1.660 εγκατεστημένες ναυτιλιακές εταιρίες στη χώρα του αρ. 25 ν.27/75 και περισσότερες από 3.700 ναυτικές εταιρείες του ν. 959/79, οι οποίες παρέχουν άμεση απασχόληση περίπου σε 20.800 εργαζομένους, αναδεικνύοντας τον Πειραιά σε ναυτιλιακό κέντρο παγκόσμιας εμβέλειας και βάση τεχνογνωσίας στην τεχνική και εμπορική διαχείριση πλοίων.
Οι δραστηριότητες που αναπτύσσονται στον Πειραιά εκτείνονται, παράλληλα, σε οικονομικές/τραπεζικές υπηρεσίες, νομικές υπηρεσίες, θαλάσσια ασφάλιση, ναυπηγικές και ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, εργασίες ρυμούλκησης και επιθαλάσσιας αρωγής, ναυτιλιακά πρακτορεία, ανεφοδιασμό καυσίμων, ναυτιλιακό εξοπλισμό, νηογνώμονες κ.τ.λ. Ορισμένοι από τους πλέον γνωστούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς καθώς και επιφανείς Αλληλασφαλιστικοί Οργανισμοί (P&IClubs), έχουν ιδρύσει τις θυγατρικές εταιρείες τους στον Πειραιά, παρέχοντας με αυτόν τον τρόπο σημαντικές οικονομικές υπηρεσίες στις ναυτιλιακές εταιρείες. Εκατόν ενενήντα δύο χιλιάδες (192.000) άνθρωποι απασχολούνται άμεσα ή έμμεσα σε ναυτιλιακές δραστηριότητες, συμβάλλοντας δυναμικά στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας και στην απασχόληση του εθνικού εργατικού δυναμικού.